μελλοντισμός

μελλοντισμός
ο
βλ. φουτουρισμός.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • μελλοντισμός — ο φουτουρισμός. [ΕΤΥΜΟΛ. < μέλλων, οντος + κατάλ. ισμός*] …   Dictionary of Greek

  • φουτουρισμός — ο (λ. ιταλ.) 1. μελλοντισμός, λογοτεχνική και καλλιτεχνική θεωρία και τεχνοτροπία που δημιουργήθηκε στην Ιταλία (1909) από νέους συγγραφείς και καλλιτέχνες με επικεφαλής το συγγραφέα Φιλίπο Tομάζο Μαρινέτι (1876 1941) και αποτέλεσε επανάσταση… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”